αρρυθμιεσ

 

Υπάρχουν πολλά αίτια που μπορούν να προκαλέσουν αρρυθμίες, μεταξύ των οποίων βρίσκονται οι παράγοντες τρόπου ζωής (το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή καφεΐνης και το άγχος), οι διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς, οι υποκείμενες καρδιακές παθήσεις (στεφανιαία νόσος, μυοκαρδιοπάθειες, μυοκαρδίτιδα), οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές καθώς και τα φάρμακα που μπορεί να λαμβάνει κάποιος ασθενής.  

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα των αρρυθμιών ποικίλλουν ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητά τους. Συνήθως οι ασθενείς τις αντιλαμβάνονται και τις περιγράφουν σαν αίσθημα παλμών ή «φτερουγίσματος» στην καρδιά. Οι ασθενείς αναφέρουν επίσης συχνά αίσθημα ζάλης ή και λιποθυμία. Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι η δύσπνοια, ο πόνος στο στήθος και η εύκολη κόπωση. Πιο σπάνια, σοβαρές αρρυθμίες, όπως είναι οι κοιλιακές, μπορούν να οδηγήσουν σε αιφνίδιο καρδιακό θάνατο.  

Διάγνωση

Οι αρρυθμίες συνήθως διαγιγνώσκονται με το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) που διενεργείται στο ιατρείο, και το οποίο καταγράφει την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς, ή, αν δεν είναι συνεχείς, με το Holter ρυθμού που καταγράφει τον καρδιακό ρυθμό για 24-48 ώρες ή και περισσότερο. Σπανιότερα, χρειάζεται να τοποθετηθεί εμφυτεύσιμο Holter ρυθμού, το οποίο είναι μία συσκευή πολύ μικρότερη από ένα εξωτερικό Holter και που μπορεί να παραμείνει στο σώμα για μήνες ή και χρόνια, παρέχοντας συνεχή παρακολούθηση της καρδιάς. Αυτό μας επιτρέπει να εντοπίζουμε σπάνιες ή ακανόνιστες αρρυθμίες που μπορεί να μην εμφανίζονται κατά τη διάρκεια σύντομων περιόδων παρακολούθησης.

Θεραπεία

Η θεραπεία των αρρυθμιών εξαρτάται από τον τύπο και τη σοβαρότητά τους. Σε ήπιες αρρυθμίες - όπως η φλεβοκομβική ταχυκαρδία και οι έκτακτες συστολές – απλά και μόνο η βελτίωση κάποιον παραγόντων του τρόπου ζωής, όπως η μείωση της πρόσληψης καφεΐνης, η μείωση του καπνίσματος και ο περιορισμός του άγχους, μπορεί να περιορίσει σημαντικά το φορτίο της αρρυθμίας. Σε άλλες ταχυκαρδίες μπορεί να χρειαστεί η χορήγηση αντιαρρυθμικών φαρμάκων για τη ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ενδείκνυται και η κατάλυση της αρρυθμίας (ablation), μια διαδικασία που χρησιμοποιεί καθετήρες για να καταστρέψει την περιοχή της καρδιάς που προκαλεί την αρρυθμία. Στις βραδυκαρδίες, όταν δεν οφείλονται σε αναστρέψιμα αίτια, όπως ο υποθυρεοειδισμός ή οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές, ενδείκνυται η εμφύτευση βηματοδότη, ώστε να διατηρηθεί ο καρδιακός ρυθμός. Τέλος, σε ασθενείς που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης κοιλιακών αρρυθμιών και αιφνίδιου καρδιακού θανάτου, όπως κάποιοι ασθενείς που πάσχουν από σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια ή από κληρονομούμενες μυοκαρδιοπάθειες κρίνεται αναγκαία η εμφύτευση απινιδωτή.