
κολπικη μαρμαρυγη
Η κολπική μαρμαρυγή είναι η πιο συχνή καρδιακή αρρυθμία με επίπτωση της τάξης του 1%-2% στο γενικό πληθυσμό, ενώ η συχνότητα εμφάνισής της αυξάνεται με την ηλικία. Χαρακτηρίζεται από ακανόνιστο και συχνά γρήγορο καρδιακό παλμό. Οι ηλεκτρικές ώσεις στους κόλπους της καρδιάς γίνονται ακανόνιστες, με αποτέλεσμα να χάνεται η ομαλή συστολή των κόλπων, κάτι που μειώνει την αποτελεσματικότητα της καρδιάς στην άντληση του αίματος. Αυτή η κατάσταση μπορεί να είναι παροδική (να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται αυθόρμητα), επίμονη (να απαιτεί ιατρική παρέμβαση για να επανέλθει ο φυσιολογικός ρυθμός) ή μόνιμη (όπου ο φυσιολογικός καρδιακός ρυθμός δεν μπορεί να αποκατασταθεί).
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της κολπικής μαρμαρυγής ποικίλλουν και μπορεί να περιλαμβάνουν αίσθημα παλμών (καρδιοχτύπι), αδυναμία, κόπωση, ζάλη, δύσπνοια και δυσφορία στο στήθος. Ωστόσο, μερικοί ασθενείς μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί και η διάγνωση να γίνεται τυχαία κατά τη διάρκεια ενός τυπικού ελέγχου.
Λόγω της ακανόνιστης συστολής των κόλπων, το αίμα σε αυτούς λιμνάζει, κάτι που μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία θρόμβων, οι οποίοι, εάν αποκολληθούν και μετακινηθούν προς τον εγκέφαλο, μπορούν να προκαλέσουν ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Επιπλέον, η κολπική μαρμαρυγή μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια και σε άλλες καρδιαγγειακές επιπλοκές.
Θεραπεία
Η θεραπεία της κολπικής μαρμαρυγής στοχεύει στη ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού και στη μείωση του κινδύνου για εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι στρατηγικές αντιμετώπισης περιλαμβάνουν τη χρήση αντιαρρυθμικών φαρμάκων, αντιπηκτικών φαρμάκων για την πρόληψη θρομβώσεων, καθώς και επεμβατικές μεθόδους, όπως η καρδιοανάταξη (ηλεκτρική ή φαρμακευτική) για την επαναφορά του φυσιολογικού καρδιακού ρυθμού και η κατάλυση (ablation) για την καταστροφή των περιοχών της καρδιάς που προκαλούν την αρρυθμία. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο παίζουν οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η διακοπή του καπνίσματος, η υγιεινή διατροφή και η τακτική άσκηση.
Η πρόγνωση για τους ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή εξαρτάται από την έγκαιρη διάγνωση και τη σωστή διαχείριση της κατάστασης. Με την κατάλληλη θεραπεία, πολλοί ασθενείς μπορούν να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή με ελάχιστες ή καθόλου επιπλοκές.