αρτηριακη υπερταση

 

Η αρτηριακή υπέρταση, κοινώς γνωστή ως υψηλή αρτηριακή πίεση, αποτελεί μια από τις πιο διαδεδομένες χρόνιες παθήσεις παγκοσμίως και αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, εγκεφαλικά επεισόδια και νεφρική ανεπάρκεια. Παρά την ευρεία της παρουσία, πολλές φορές παραμένει αδιάγνωστη ή ανεπαρκώς ελεγχόμενη, οδηγώντας σε σοβαρές επιπλοκές και αυξημένη θνησιμότητα.

Ορισμός και Ταξινόμηση

Η αρτηριακή υπέρταση ορίζεται ως η επίμονη αύξηση της συστολικής (άνω) πίεσης πάνω από 140 mmHg και/ή της διαστολικής (κάτω) πίεσης πάνω από 90 mmHg, μετρημένη σε επαναλαμβανόμενες επισκέψεις. Η ταξινόμησή της γίνεται σε στάδια ανάλογα με τα επίπεδα της πίεσης:

  • Κανονική πίεση: Συστολική <120 mmHg και διαστολική <80 mmHg.

  • Προϋπέρταση: Συστολική 120-139 mmHg ή διαστολική 80-89 mmHg.

  • Υπέρταση Σταδίου 1: Συστολική 140-159 mmHg ή διαστολική 90-99 mmHg.

  • Υπέρταση Σταδίου 2: Συστολική ≥160 mmHg ή διαστολική ≥100 mmHg.

Επιδημιολογία

Η αρτηριακή υπέρταση επηρεάζει περίπου το 30-45% του ενήλικου πληθυσμού, με την επίπτωση να αυξάνεται με την ηλικία. Είναι πιο συχνή σε άτομα με οικογενειακό ιστορικό υπέρτασης, σε παχύσαρκα άτομα, καθώς και σε άτομα με ανθυγιεινό τρόπο ζωής.

Αιτιολογία

Η υπέρταση διακρίνεται σε δύο κύριες κατηγορίες:

Πρωτοπαθής (ιδιοπαθής) υπέρταση: Αφορά περίπου το 90-95% των περιπτώσεων και η ακριβής αιτία της δεν είναι γνωστή. Πιστεύεται ότι αποτελεί αποτέλεσμα συνδυασμού γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.

Δευτεροπαθής υπέρταση: Αφορά το 5-10% των περιπτώσεων και οφείλεται σε υποκείμενες παθολογικές καταστάσεις, όπως:

  • Νεφρικές παθήσεις (π.χ. σπειραματονεφρίτιδα, πολυκυστικοί νεφροί)

  • Ενδοκρινικές διαταραχές (π.χ. σύνδρομο Cushing, φαιοχρωμοκύτωμα)

  • Αγγειακές ανωμαλίες (π.χ. στένωση νεφρικής αρτηρίας)

  • Φάρμακα και ουσίες (π.χ. κορτικοστεροειδή, αποσυμφορητικά)

Παράγοντες Κινδύνου

Μη τροποποιήσιμοι παράγοντες:

  • Ηλικία: Ο κίνδυνος αυξάνεται με την ηλικία.

  • Φύλο: Οι άνδρες έχουν υψηλότερο κίνδυνο σε νεότερες ηλικίες, ενώ μετά την εμμηνόπαυση ο κίνδυνος στις γυναίκες αυξάνεται.

  • Γενετική προδιάθεση: Οικογενειακό ιστορικό υπέρτασης αυξάνει τον κίνδυνο.

  • Φυλή: Ορισμένες φυλετικές ομάδες, όπως οι Αφροαμερικανοί, έχουν υψηλότερη επίπτωση.

Τροποποιήσιμοι παράγοντες:

  • Παχυσαρκία και υπέρβαρο

  • Καθιστικός τρόπος ζωής

  • Υψηλή πρόσληψη νατρίου (αλάτι)

  • Χαμηλή πρόσληψη καλίου

  • Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ

  • Κάπνισμα

  • Στρες

Παθοφυσιολογία

Η αρτηριακή υπέρταση προκύπτει από την ανισορροπία μεταξύ καρδιακής παροχής και περιφερικής αγγειακής αντίστασης. Παράγοντες όπως η αυξημένη δραστηριότητα του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, η δυσλειτουργία του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης, η αγγειακή δυσκαμψία και η νεφρική διαταραχή συμβάλλουν στην ανάπτυξη και διατήρηση της υψηλής πίεσης.

Κλινική Εικόνα

Συχνά, η υπέρταση είναι ασυμπτωματική και ανακαλύπτεται τυχαία κατά τη διάρκεια ρουτίνας ελέγχων. Σε προχωρημένα στάδια ή σε περιπτώσεις υπερτασικής κρίσης, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα όπως:

  • Κεφαλαλγία, ιδιαίτερα στο πίσω μέρος του κεφαλιού

  • Ζάλη και αστάθεια

  • Ρινορραγία

  • Δύσπνοια

  • Θωρακικός πόνος

  • Οπτικές διαταραχές

Διάγνωση

Η διάγνωση βασίζεται σε επαναλαμβανόμενες μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Επιπλέον, μπορούν να χρησιμοποιηθούν:

  • 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πίεσης (Holter πίεσης): Παρέχει λεπτομερή εικόνα των διακυμάνσεων της πίεσης κατά τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας.

  • Εργαστηριακές εξετάσεις: Αξιολόγηση νεφρικής λειτουργίας, ηλεκτρολυτών, λιπιδίων και γλυκόζης αίματος.

  • Ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) και υπερηχογράφημα καρδιάς: Για την αξιολόγηση της καρδιακής λειτουργίας και τον εντοπισμό πιθανών βλαβών.

  • Απεικονιστικές εξετάσεις: Όπως υπερηχογράφημα νεφρών, για τον εντοπισμό δευτεροπαθών αιτιών.

Επιπλοκές

Η μη ελεγχόμενη υπέρταση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές και απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές:

  • Καρδιαγγειακές: Στεφανιαία νόσος, καρδιακή ανεπάρκεια, υπερτροφία αριστερής κοιλίας, ανεύρυσμα αορτής.

  • Εγκεφαλοαγγειακές: Εγκεφαλικό επεισόδιο, παροδικά ισχαιμικά επεισόδια, αγγειακή άνοια.

  • Νεφρικές: Χρόνια νεφρική νόσος, νεφρική ανεπάρκεια.

  • Οφθαλμικές: Υπερτασική αμφιβληστροειδοπάθεια, που μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια όρασης.

  • Αγγειοπάθειες: Περιφερική αρτηριοπάθεια, η οποία μπορεί να προκαλέσει πόνο και έλκη στα κάτω άκρα.

Θεραπεία

Η αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης περιλαμβάνει συνδυασμό αλλαγών στον τρόπο ζωής και φαρμακευτικής αγωγής.

Αλλαγές στον τρόπο ζωής:

  • Μείωση της πρόσληψης αλατιού.

  • Υιοθέτηση υγιεινής διατροφής πλούσιας σε φρούτα, λαχανικά και χαμηλής σε κορεσμένα λιπαρά (π.χ. δίαιτα DASH).

  •  Τακτική σωματική άσκηση.

  • Απώλεια βάρους σε περίπτωση παχυσαρκίας.

  • Περιορισμός κατανάλωσης αλκοόλ.

  • Διακοπή καπνίσματος.

  • Διαχείριση στρες μέσω τεχνικών χαλάρωσης.

Φαρμακευτική αγωγή:

  • Διουρητικά: Μειώνουν τον όγκο του αίματος και την αρτηριακή πίεση.

  • Β-αναστολείς: Μειώνουν τον καρδιακό ρυθμό και την πίεση.

  • Αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (ACE inhibitors): Επεκτείνουν τα αιμοφόρα αγγεία.

  • Αναστολείς των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης II (ARBs): Παρόμοια δράση με τους ACE inhibitors.

  • Ανταγωνιστές ασβεστίου: Χαλαρώνουν τους μυς των αιμοφόρων αγγείων.

  • Α-αναστολείς: Μειώνουν την περιφερική αγγειακή αντίσταση.

Η επιλογή της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής εξαρτάται από τον ασθενή, την παρουσία συνυπαρχόντων νοσημάτων και την ανταπόκριση στη θεραπεία.

Πρόληψη

Η πρωτογενής πρόληψη της υπέρτασης επικεντρώνεται στην υιοθέτηση υγιεινού τρόπου ζωής από νωρίς:

  • Ισορροπημένη διατροφή με χαμηλή πρόσληψη αλατιού.

  • Τακτική σωματική δραστηριότητα.

  • Διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους.

  • Αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ και καπνίσματος.

  • Τακτικός έλεγχος της αρτηριακής πίεσης, ιδιαίτερα σε άτομα με οικογενειακό ιστορικό.

Συμπέρασμα

Η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί μια σοβαρή και συχνά υποτιμημένη πάθηση με σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία. Η έγκαιρη διάγνωση, η αποτελεσματική διαχείριση και η πρόληψη μέσω αλλαγών στον τρόπο ζωής είναι κρίσιμες για τη μείωση των επιπλοκών και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων που επηρεάζονται. Η συνεργασία μεταξύ ασθενών και επαγγελματιών υγείας είναι απαραίτητη για την επίτευξη βέλτιστων αποτελεσμάτων.